Γράφει από το Παρίσι ο Μιχάλης Μαυρόπουλος
Το περασμένο δεκαήμερο υπήρξε ημερολογιακώς βασανιστικό για τους Γάλλους. Περίμεναν πώς και πώς, μέρα με την μέρα, τις κυβερνητικές ανακοινώσεις για ένα απεγκλωβισμό. Ανηγγέλθη στις 30 Απριλίου αλλά οι προϋποθέσεις εφαρμογής του, είναι εκ μιας πρώτης όψεως ολίγον τι απογοητευτικές, δεν επάλειψαν με βάλσαμο την κουρασμένη ύπαρξή τους. Υπενθυμίζω ότι το πλείστο των εργαζομένων αρχίζουν εδώ την δουλειά στις 9 το πρωί, και κλείνονται στο σπίτι από τις 7 το απόγευμα. Εξ αυτού είχαν ξεχάσει σε τι συνίστατο το καφενείο, η ταβέρνα ή ο κινηματογράφος Έτσι, για την συντριπτική πλειοψηφία των Γάλλων, η πιο χαρμόσυνη είδηση είναι η επαναλειτουργία των καφέ-μπαρ και εστιατορίων από της 19ης Μαΐου, την οποία ανέμεναν με μεγάλη, σχεδόν ασυγκράτητη, ανυπομονησία από τις αρχές του χρόνου. Βεβαίως δεν έχουν ακόμα το δικαίωμα να εγκατασταθούν στο εσωτερικό των μπιστρό, αλλά θα μπορούν εντός δέκα ημερών να γευθούν και να απολαύσουν, εάν ο καιρός το επιτρέπει, ένα καφέ, μια μπύρα, ένα απεριτίφ στα εξωτερικά, στα υπαίθρια τραπεζάκια ενός καφέ μπαρ. Από της 9ης Ιουνίου θα μπορούν να καταναλώνουν τα ανωτέρω ποτά στο εσωτερικό του καταστήματος και να κυκλοφορούν μέχρι τις 23ης ώρας. Θα μπορούν επίσης να επισκέπτονται τα μορφωτικά ιδρύματα, μουσεία και εκθέσεις αλλά μόνον τη επιδείξει μιας αδείας (passe) υγείας, που οι όροι κατοχής της δεν καθορίζονται επαρκώς.
Παρόλο ότι η απαγόρευση κυκλοφορίας μετατοπίσθηκε (αρχής γενομένης από τις 19 τρέχοντος) από τις 19.00 στις 21.00 η ώρα, αυτή η αλλαγή δεν ικανοποίησε απολύτως τους πολίτες που εύχονταν την επέκτασή της τουλάχιστον μέχρι τις 11 μ.μ., ώστε να μπορούν να παραμένουν στο εστιατόριο χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να καταναλώσουν, χωρίς να κοιτάζουν το ρολόι τους, το steak tartare, το εκτιμώμενο από τους Γάλλους ωμό μπιφτέκι από φρέσκο ψιλοκομμένο ή αλεσμένο κατακόκκινο κιμά περιχυμένο με το κιτρινάδι του αυγού και πασπαλισμένου με διάφορα μπαχαρικά, άνηθο, μουστάρδα και σάλτσες, συνοδευόμενο από ένα ξηρό κόκκινο κρασί της Βουργουνδίας. Τέλος, στις 30 Ιουνίου τίθεται τέρμα στην απαγόρευση της κυκλοφορίας και ξαναρχίζουν χωρίς περιορισμούς οι μορφωτικές εκδηλώσεις στις οποίες κυριαρχεί πρωτίστως το φεστιβάλ της Αβινιόν. Μερική κανονικότητα εν όψει…
Της άρσεως του εγκλεισμού, προηγήθηκε μια άνευ προηγουμένου προπαγανδιστική εκστρατεία που αποσκοπούσε εις το να καλύψει τα πολιτικά λάθη του Μακρόν απέναντι μιας επιδημίας που δεν είπε ακόμη την τελευταία της λέξη. Πώς αντιδρά ένας φυσιολογικώς συγκροτημένος άνθρωπος, στις αλλεπάλληλες φορτικές συνεντεύξεις Τύπου και σχοινοτενείς δηλώσεις των υπευθύνων της εκτελεστικής εξουσίας (στην Γαλλία και στην Ελλάδα) για τα λαμβανόμενα μέτρα προς αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της επιδημίας; Πώς ένας λελογισμένος αναγνώστης εφημερίδων, ακροατής ραδιοφώνου, τηλεθεατής μπορεί να υποφέρει αυτή την διαφημιστική πλημμυρίδα, εν είδει επιστημονικών ανακοινώσεων, με την οποία βομβαρδίζεται καθημερινώς; Και πώς οι πολιτικοί δεν καταλαβαίνουν ότι η συχνή, -εν ονόματι της ταχύτερης εξάπλωσης του εμβολιασμού- εμφάνισή τους στην τηλεόραση και τα λογύδριά τους στο ραδιόφωνο, μας αγανακτούν (εντάξει το καταλάβαμε!) σε τέτοιο σημείο ώστε να απευθύνουμε, διατακτική τη φωνή, στους ακούοντες τις ειδήσεις: κλείστο(η) επί τέλους το έρμο(η)!
Με τον κίνδυνο να σας σοκάρω, επιτρέψτε μου να έχω άκρως αιρετικές απόψεις για τον εμβολιασμό, τουλάχιστον των ηλικιωμένων. Υποθέτω ότι εδώ, στην Γαλλία, όλος αυτός ο κυβερνητικός θόρυβος πέριξ του εμβολιασμού τοποθετείται στο πλαίσιο της πρώιμης ανεπίσημης έναρξης της προεκλογικής προετοιμασίας για τις προεδρικές την άνοιξη του 2022. Όσο περισσότερους ψηφοφόρους ελκύσουμε, τόσο το καλλίτερο, ελπίζουν οι πρωταγωνιστούντες, Μακρόν και Λε Πεν. Εξ ου και η εκνευριστική επιμονή των βασικών στελεχών του πρώτου στον αναγκαίο (δεν λέω) εμβολιασμό και οι πιο μετρημένες, βάσει πολιτικάντικου υπολογισμού δηλώσεις, της δεύτερης βασιζόμενης σε μια σχετική απροθυμία των μεγάλης ηλικίας πολιτών. Είναι γεγονός ότι πολλά άτομα, πληροφορούμενα ότι υπάρχει έλλειψη εμβολίων, και έχοντα δυσκολίες να κλείσουν ραντεβού, αγνοούν παντελώς τις προτροπές των αρχών και των ειδικών να εμβολιασθούν. Γιατί όμως ερευνητές, ψυχαναλυτές, κοινωνιολόγοι και λοιποί ειδήμονες αποφεύγουν να εκφέρουν γνώμη γι’ αυτήν την διστακτικότητα των πολιτών που ναι μεν, ημέρα με την ημέρα, μειούται αλλά αποτελεί πάντα ένα επίκαιρο θέμα στα δελτία ειδήσεων. Είναι μήπως καθυστερημένοι, αντιδραστικοί, απορρίπτοντες κάθε τι το νέο, ιδίως εκείνο που αφορά την υγεία; Φοβούνται μήπως να τους ενσταλάξουν στον οργανισμό τους ένα ρευστό προϊόν που μπορεί να έχει μακροχρόνιες συνέπειες; Ή μήπως η δύναμη της φήμης που διαδίδεται από στόμα σε στόμα από αιώνες, καλής ή κακής, και που αναφέρεται ειδικά στην προστασία της υγείας, της ποθούμενης γατρειάς και εν τελευταία αναλύσει στον ανεξέλεγκτο φόβο του θανάτου, υπερβαίνει κάθε ανθρώπινη λογική; Όπως λένε οι Γάλλοι «comment savoir» δηλ. «τρέχα γύρευε να μάθεις»…
Μας διαβεβαιώνουν ότι αυτό το τσίμπημα ενέσεως εμποδίζει την παραπέρα εξάπλωση του ιού. Επ’ αυτού, ουδείς διατηρεί, παρ’ όλη την άγνοιά του περί της επιστήμης, την παραμικρή αμφιβολία. Εκείνο όμως που σκοτίζει το μυαλό είναι, αφού οι φοβούμενοι τις παρενέργειες (10% των εμβολιασθέντων) δηλώνουν διακριτικώς ότι δεν θέλουν να γίνουν πειραματόζωα, τότε γιατί οι πολιτικές εξουσίες δεν αφήνουν μια χαραμάδα παραδοχής αυτής της στάσεως και ότι το αμφισβητούμενο από μέρος της κοινής γνώμης εμβόλιο (που πληρώθηκε ακριβά), επεβλήθη από τους φαρμακευτικούς κολοσσούς; Ο κόσμος καταλαβαίνει και δέχεται ότι η επιστημονική έρευνα απαιτεί πολύ χρόνο και μια θεραπευτική αγωγή μπορεί να πάει ένα βήμα μπροστά και δυο πίσω, αρκεί οι υπεύθυνοι πολιτικοί να παραδεχθούν, ότι στην επιβεβλημένη και ευγενή προσπάθειά τους να προστατεύσουν την κοινή υγεία, επέδειξαν μια σχετική βιασύνη και ελαφράδα στην λήψη αποφάσεων.
Δικαιολογημένα υποψιάζεται ο πολίτης ότι οι πολιτικές εξουσίες υπέκυψαν στις μεγάλες φαρμακευτικές εταιρίες που από την φύση τους κυνηγούν το ταχύτερο και αμεσότερο κέρδος. Είναι η άποψη που κυριαρχεί στις εδώ συζητήσεις, πολλοί δε είναι απολύτως πεπεισμένοι ότι περί αυτού πρόκειται. Επικαλούνται τα κολοσσιαία κέρδη της Pfizer (26 δισεκατομμύρια δολάρια) και ταυτοχρόνως επαινούν το παράδειγμα της Δανίας που απαγόρευσε το Astra Zeneca και το Johnson & Johnson έως ότου η χρήση τους αποδειχθεί άνευ παρενεργειών. Δεν παραλείπουν δε να υπενθυμίσουν την περίπτωση της Χιλής, πρωταγωνίστριας στον εμβολιασμό αλλά και με πολλά κρούσματα και θανάτους. Υπενθυμίζουν επίσης ότι μια σωστή φαρμακευτική αγωγή, διότι τα φάρμακα υπάρχουν, εάν εφαρμοσθεί εγκαίρως (δυο με τρεις ημέρες από την εκδήλωση του ιού) είναι σωτήρια για την προστασία της υγείας. Δεν θα ήταν σωστότερη ολιγότερη βιασύνη για την υιοθέτηση, κυρίως άνευ διαφημίσεων και τυμποκρουσιών, των δυο εμβολίων για τα οποία εκφράζονται αμφιβολίες; Δυστυχώς , το «πατ—κιούτ», το «άρον—άρον» το «ευκαιρία τώρα να μας χειροκροτήσει το κοινό», είναι το σήμα κατατεθέν της εποχής μας, και η ταχύτητα αντικατέστησε το αρχαίο σοφό «σπεύδε βραδέως» και το δημώδες «όποιος βιάζεται σκοντάφτει». Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μοντ της 30ης Απριλίου βάζει τα πράγματα στην θέση τους. Σε ένα πλαγιότιτλο τονίζει ότι «η ανάπτυξη του εμβολιασμού δεν θα αρκέσει να αποφύγουμε ένα νέο κύμα ιού διαρκούντος του καλοκαιριού, εάν τα περιοριστικά μέτρα αρθούν πολύ γρήγορα»…