Η ψυχική επιβίωση των κοινών ανθρώπων τίθεται σε κίνδυνο καθημερινά: η κυριαρχία της εργασίας και αυτή της κατανάλωσης, η πρόσκληση να είμαστε παθητικοί και αδιάφοροι γι’ αυτό που συμβαίνει γύρω μας, όλο και πιο συχνά, και παράλογες υποχρεώσεις και τιμωρίες. «Όλα αυτά μας κάνουν να υποφέρουμε, μας γκρεμίζουν, μας φθείρουν κάθε μέρα», γράφει ο Enrico Euli.
Όσοι προσπαθούν να αντιταχθούν καταστέλλονται από τις κυβερνήσεις αλλά και από τις σιωπηλές πλειοψηφίες που απαιτούν να βγουν από την μέση οι θορυβώδεις και διαφωνούντες μειοψηφίες μέσω της προπαγάνδας των μέσων ενημέρωσης, της απομόνωσης και, αν χρειαστεί, με στρατιωτικές μεθόδους. «Μέχρι πότε; Μέχρις ότου καταφέρουν οι κυρίαρχες ολιγαρχίες στο παιχνίδι της απόκρυψης της καταστροφής επαναπροσδιορίζοντας την ως «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» (τρομοκρατικής, κλιματικής, αγροτικής, υγειονομικής…).
Η παραδοχή της καταστροφής του συστήματος θα αφαιρούσε από τους ειδικούς και τους πολιτικούς την δυνατότητα να τη διαχειρίζονται και από τους πολίτες την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να βασίζονται σε κάποιον για να την αποφύγουν…»
Η συνεχιζόμενη καταστροφή έχει βάλει από καιρό σε κίνδυνο την ψυχική μας επιβίωση. Το άγχος της προσαρμογής, ο καταναγκασμός για δουλειά και κατανάλωση, η παρακίνηση στην παθητικοποίηση, οι υποχρεώσεις και οι παράλογες τιμωρίες: όλα αυτά μας κάνουν να υποφέρουμε, μας γκρεμίζουν, μας φθείρουν καθημερινά. Η ψυχική επιβίωση είναι ήδη ένα διαβολικό καθήκον, μια κόλαση. Πόσο μάλλον να προσπαθήσουμε να μείνουμε ζωντανοί, κριτικοί, σκεπτόμενοι, ευαίσθητοι, ανθρώπινοι, ελεύθεροι.
Είναι ένας αγώνας, με τον εαυτό μας και με τον κόσμο, πλέον. Αλλά και στη Δύση – σε άλλα μέρη της γης βρίσκονται ήδη εκεί εδώ και αρκετό καιρό, και χάρη στην πολύτιμη συνεισφορά μας – τώρα ξεκίνησε αποφασιστικά η φάση στην οποία ακόμη και η δική μας φυσική επιβίωση αρχίζει να τίθεται σε κίνδυνο. Η πανδημία (και οι αντιδράσεις θεραπείας-επιθετικότητας από τα κράτη) αντιπροσωπεύουν ένα σαφές, ξεκάθαρο, κατηγορηματικό σημάδι αυτού.
Και, για όσους την αντιτίθενται, πυροδοτείται μόνο μια αντίδραση επιβολής της τάξης, όχι μόνο από τις κυβερνήσεις, αλλά και από την πλειοψηφία, σιωπηλή και σχολαστική, των πολιτών. Εξ ου και το αίτημα και η επιλογή για την εξάλειψη των θορυβωδών και διαφωνούντων μειονοτήτων: μέσα από την προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης, της απομόνωσης ή, εάν είναι απαραίτητο, της μετάβασης σε στρατιωτικούς τρόπους (εξώσεις, εκκενώσεις, αστυνομικές επιθέσεις, παρεμβάσεις του στρατού …).
Λίγη σημασία έχει αν οι διαφωνούντες υιοθετούν βίαιη, ειρηνική ή μη βίαιη στάση η αντίδραση είναι πάντα η ίδια, χωρίς να κάνει διακρίσεις, όπως έχει ήδη συμβεί στο Χονγκ Κονγκ τα τελευταία χρόνια). Και, όπως στο Χονγκ Κονγκ, θα καταλήξουμε σε νόμους που απαγορεύουν τη διαμαρτυρία και ποινικοποιούν τη διαφωνία, στη ρίζα της. Το «κινεζικό μοντέλο» κερδίζει δυναμική, προχωρά όχι μόνο στα οικονομικά.
Μέσα σε αυτό το μοντέλο, ελάχιστη σημασία έχει για τις ελίτ ότι δημιουργούνται τεράστιοι θύλακες δυσαρέσκειας μποϊκοτάζ υπόγειο, όπως εμφανίζεται από την διάχυτη άρνηση του green passrifiuto diffuso del green pass και την ιλιγγιώδη αύξηση των εκλογικών αποχών. Τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά απόβλητα-παρίες δεν αποτελούν την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα της νέας φιλελεύθερης πορείας.
Εξάλλου, οι «δημοκρατίες» μας πάντα διοικούνταν από μειοψηφίες που παριστάνουν τις πλειοψηφίες: το σημαντικό είναι να είσαι μέρος της σωστής μειοψηφίας (που υποστηρίζεται από τις σιωπηρές πλειοψηφίες) και όχι εκείνης της λάθος (αυτής που διαφωνεί και έρχεται σε αντίθεση με ετούτες τις ίδιες σιωπηλές πλειοψηφίες). Τα αντιπροσωπευτικά μας καθεστώτα καθορίζουν δομικά μορφές ολιγαρχικής εξουσίας, που υποστηρίζονται από μια λαθραία και συμπαιγνιακή συναίνεση, που -εκ των πραγμάτων, αν και δεν βρίσκει πλέον αντιστοιχία με την εκλογικά εκφρασμένη συναίνεση- συνεχίζει να λειτουργεί, ντε φάκτο.
Μέχρι πότε; Μέχρι να καταφέρουν οι κυρίαρχες ολιγαρχίες στο παιχνίδι της απόκρυψης της καταστροφής επαναπροσδιορίζοντας την ως «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» (τρομοκρατικής, κλιματικής, αγροτικής, υγειονομικής…).
Ποια είναι η διαφορά; Ότι η παραδοχή της καταστροφής του συστήματος θα αφαιρούσε από ειδικούς και πολιτικούς την δυνατότητα να τη διαχειρίζονται και από τους πολίτες την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να βασίζονται σε κάποιον για να την αποφύγουν ή να βγουν από αυτήν. Η καταστροφή, εάν γίνει αποδεκτή, θα συνεπαγόταν την παραδοχή ότι βρισκόμαστε τώρα σε μια κατάσταση εντελώς εκτός ελέγχου.
Αντίθετα, η κατάσταση εξαίρεσης, έκτακτης ανάγκης, μπορεί να αντιμετωπίζεται από καιρό σε καιρό και μάλιστα να ενισχύει τη δύναμη, την εξουσία των ειδικών, των πολιτικών, των στρατιωτικών, εδραιώνοντας και διαιωνίζοντας τον ρόλο τους και αυξάνοντας την καθησυχαστική εξάρτησή μας από αυτούς. Αυτό συμβαίνει και θα συμβαίνει όλο και περισσότερο (τουλάχιστον έως ότου οι καταστροφές παρουσιαστούν σε όλη τους, σε εκείνο το σημείο αδιαχείριστη και αποκαλυπτική, ισχύ).
Το να αποδεχτούμε πως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την καταστροφή θα μπορούσε να αποτελέσει την αφετηρία για μια πραγματική και νέα πολιτική αντιπολίτευση στα καθεστώτα που σήμερα φτιάχνουν τείχη γύρω τους και ενισχύονται στιγμιαία ακριβώς μέσω της φαινομενικής διαχείρισης των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που ακολουθούν η μια την άλλη και διαπλέκονται αδιάλειπτα εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες.
Αλλά αυτή η παραδοχή και υιοθέτηση θα απαιτούσε μια βαθιά αλλαγή των προϋποθέσεων – ακόμη και από την πλευρά εκείνων που θα ήθελαν να της αντιταχθούν – πως δεν είναι μπροστά στην πόρτα μας, αντιθέτως. Να γιατί οι συναινετικές και σιωπηλές πλειοψηφίες και οι εξεγερμένες και θορυβώδεις μειοψηφίες συνεχίζουν με τους αυτοματισμούς τους, ανίκανες να υπερβούν τα βίαια κυκλώματα της ζωής συνήθως ταραγμένης, αναστατωμένης, και τις συνεχείς πλέον καθημερινές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης που την στοιχειώνουν..
Ο Enrico Euli είναι ερευνητής στη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Κάλιαρι. Έχει δημοσιεύσει διάφορα κείμενα, το πιο πρόσφατο είναι το Fare il morto-Να παριστάνεις τον πεθαμένο για τον εκδοτικό οίκο Sensibili alle foglie.
Mιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος