Επίκαιρο λόγω των ζεστών ημερών το κείμενο του συμπολίτη Κυριάκου Λυκουρίνου. Μνημονεύει προηγούμενα ιδιαίτερα ζεστά Καλοκαίρια στην Καβάλα αλλά και τη λύση που βρέθηκε και δόθηκε.
Το περιαστικό δάσος. Ένα φυσικό αιρκοντίσιον που χάθηκε στη φωτιά του 1985.
Ο κ. Λυκουρίνος μετά από σχετική έρευνα σημειώνει:
«Σχεδόν μέχρι τον Πόλεμο του 1940, κάθε καλοκαίρι οι τοπικές εφημερίδες διεκτραγωδούσαν “το καμίνι της Καβάλας”, αναφέροντας θερμοκρασίες 45 και 47 βαθμών μέσα στην πόλη. Παρόμοιες ήταν οι παρατηρήσεις των κατά καιρούς επισκεπτών:
«Η Καβάλα έχει βαρύ κλίμα, αν και παραθαλάσσια πόλη. Ειδικά το καλοκαίρι που πυρώνουν τα βράχια, η ζωή των ανθρώπων γίνεται κόλαση», έγραφε το 1667 ο Εβλιγιά Τσελεμπή.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 τέθηκε σε εφαρμογή ένα ευρύ πρόγραμμα δενδροφυτεύσεων, αρχής γενομένης το 1926 με την περιοχή “πέριξ του Φθισιατρείου”. Με πρωτοβουλία του Δήμου Καβάλας (και συμβολή του Δασαρχείου, της Φιλοδασικής Ενώσεως, της Δ/νσης Μηχανικού του Δ΄ Σώματος Στρατού κ.ά.), μέσα σε λίγα χρόνια εμφανίστηκαν δεντράκια στο γρανιτένιο όγκο της Καβάλας, από το Γεντίκ μέχρι τον Άγιο Αθανάσιο και από τη Δεξαμενή και το Σανατόριο μέχρι τους λόφους της Καλαμίτσας, διαμορφώθηκαν τα δασύλλια των Πεντακοσίων και της Παναγούδας κ.ά.
Τα δεντράκια προέρχονταν από φυτώριο στο Καρά Ορμάν, το οποίο προμήθευε την πόλη και άλλες περιοχές της χώρας με πεύκα, κουκουναριές, κυπαρίσσια, ψευδομηλιές, ακακίες κ.ά. Για τους σκοπούς του προγράμματος δενδροφύτευσης είχε καθιερωθεί η ετήσια “Πράσινη Εορτή”, με τη συμμετοχή των μαθητών και των προσκόπων.
Διαβάζουμε σε τοπική εφημερίδα του 1932: «Έτσι η Καβάλλα θα αποκτήση το χλοερό, δροσερό δάσος που θα την περιβάλλη και οι κάτοικοί της δεν θα έχουν την ανάγκη να μεταβαίνουν στην Θάσο για να αναπνεύσουν ολίγον καθαρό, αγνό οξυγόνο.
Την δροσιά, το άρωμα της ρητίνης, το οξυγόνον θα τα έχουν οι συμπολίτες αφθονώτατα μια σπιθαμή έξω από την πόλι και το θαύμα αυτό δε θα αργήσει να συντελεστή. Μετά πέντε – έξι χρόνια η Καβάλλα θα έχει το δάσος της».
Τον ευεργετικό ρόλο του πράσινου τον συνειδητοποιήσαμε με τρόπο οδυνηρό μετά την πυρκαγιά του 1985, όταν η πόλη έχασε το φυσικό αιρκοντίσιόν της. Να μην το ξαναπάθουμε! Τα δάσος και τα μάτια μας!».