Dark Mode Light Mode

Το αντίο μιας «Γλυκιάς Συμμορίας»

Μια ιστορία αγάπης, συντροφικότητας, φιλίας, βίας και θανάτου. Μια παρέα περιθωριακών νέων, που έχουν φτάσει σε ένα κοινωνικό και συναισθηματικό αδιέξοδο κι αναζητούν κάτι πάνω στο οποίο θα ακουμπήσουν, κάτι για το οποίο θα άξιζε ακόμα και να πεθάνουν. Μια παρέα που συνεχώς μικραίνει. Μια «Γλυκιά Συμμορία» που μας αφήνει όλο και πιο πικρή γεύση, με την απουσία της.

Πριν λίγες μέρες έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 61 ετών ο κινηματογραφικός «Αντρέας», έγραφε η Μάρθα Κίσκιλα, στις 17 Σεπ. 2019, πρόσφατα αποφυλακισμένος, έχοντας πίσω του ένα πολυτάραχο παρελθόν. Ο αντισυμβατικός ηθοποιός, σκηνοθέτης και σεναριογράφος Τάκης Σπυριδάκης σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και συμμετείχε σε 13 ταινίες, ενώ το σκηνοθετικό του ντεμπούτο πραγματοποίησε το 1994 με την ταινία «Ο Κήπος του Θεού», της οποίας έγραψε και το σενάριο.

Το ντεμπούτο του στην μεγάλη οθόνη έγινε στην «Γλυκιά Συμμορία» και για την ερμηνεία του τιμήθηκε με το ειδικό βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ. Αξέχαστη είναι και η δεύτερη συμμετοχή του, στη «Λούφα και Παραλλαγή» του Νίκου Περάκη.

Ακολούθησαν κι άλλοι πετυχημένοι ρόλοι σε πολλές ταινίες όπως «Πρωινή Περίπολος» (Νίκος Νικολαΐδης, 1986), «Αυτή η Νύχτα Μένει» (Νίκος Παναγιωτόπουλος, 1999), «Φτηνά Τσιγάρα» (Ρένος Χαραλαμπίδης, 2000) και «Κουράστηκα να σκοτώνω τους αγαπητικούς σου» (Νίκος Παναγιωτόπουλος, 2002). Στο θέατρο πρωταγωνιστούσε τα τελευταία τέσσερα χρόνια στο έργο του Γιάννη Τσίρου, «Άγριος Σπόρος», στη σκηνή του Επί Κολωνώ, σε σκηνοθεσία Ελένης Σκότη.

Στην τελευταία του τηλεοπτική συνέντευξη, ο Τάκης Σπυριδάκης είχε μιλήσει ανοικτά για την περιπέτεια με την υγεία του και το πώς άλλαξε τη φιλοσοφία της ζωής του:«Πολλές φορές για να εκτιμήσεις κάτι – και κυρίως τη ζωή – πρέπει να το χάσεις.

Έχω επανεκτιμήσει πράγματα, το είδα σαν χαστούκι, ότι πάρε τα πράγματα αλλιώς. Πιστεύω στον Θεό… αλλά βλέπω με άλλο μάτι τον ουρανό. Άμα τον επισκεφτείς και πάρεις αναβολή, το βλέπεις με άλλο μάτι. Συνέχισα να ζω όπως ζούσα, αλλά με άλλη φιλοσοφία. Δεν θύμωσα και δεν φοβάμαι. Είναι κάτι που δεν μπορεί να κάνει κανείς τίποτα».

Αντίο «Αργύρη»

Δεν έχει περάσει ακόμα ούτε ένας χρόνος από τότε που έφυγε και ο «Αργύρης», ο άνεργος ηθοποιός που ζούσε στα σκοτάδια του περιθωρίου προκειμένου να επιβιώσει. Ο Τάκης Μόσχος έφυγε από τη ζωή στα 68 του χρόνια, ενώ βρισκόταν σε κώμα μετά από διπλό εγκεφαλικό επεισόδιο. Καθιερώθηκε ως ο ρομαντικός του περιθωρίου, ο γλυκός άνθρωπος με το εγκεφαλικό χιούμορ, που την ίδια στιγμή έβγαζε και μια μαγκιά.

Ξεκίνησε την καριέρα του στην υποκριτική από τύχη. Φοίτησε στη νομική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης χωρίς να αποφοιτήσει και στη συνέχεια κοινωνιολογία στην Γερμανία, όπου εργάστηκε και ως μοντέλο.

Όταν επέστρεψε στην Αθήνα άρχισε να συμμετέχει σε διαφημιστικά και σιγά σιγά να δικτυώνεται και στον κινηματογραφικό χώρο. Ο ρόλος που του έφερε αναγνώριση και άλλαξε την καριέρα του, ήταν στη «Γλυκιά Συμμορία», του Νίκου Νικολαΐδη. Τη δεκαετία του ’80 και ’90 ο Τάκης Μόσχος πήρε μέρος σε διάφορες θεατρικές παραστάσεις σε όλη την Ελλάδα, ενώ εμφανίσθηκε και σε ορισμένα τηλεοπτικά σίριαλ.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του κατοικούσε μόνιμα στη Σκόπελο, όπου είχε ιδρύσει την Ερασιτεχνική Θεατρική Ομάδα Σκοπέλου (ΕΘΟΣ) και όπου δίδασκε θέατρο στο τοπικό γυμνάσιο. «Η ματαιοδοξία είναι ένας ιός που βρίσκεται εν ύπνωση και κάθε τόσο σου ρίχνει και έναν πυρετό.

Όλοι θέλουμε μια επιβεβαίωση, έναν καλό λόγο. Εγώ είμαι από τη φύση μου σκοτεινός. Από ιδιοσυγκρασία, από τον πεσιμισμό που με διακρίνει πολλές φορές. Θα προτιμούσα να είμαι πίσω από τις κάμερες και όχι ηθοποιός, ηθοποιό με κάνανε και εγώ είπα, «οκ, τώρα είσαι ηθοποιός» και έζησα τη ζωή μου έκτοτε.

Είμαι πολύ ντροπαλός άνθρωπος. Όσο ξεδιάντροπος κι αν έχω γίνει κάποιες φορές, είμαι γενικά πολύ ντροπαλός. Είναι ο θάνατος, ίσως, που σε κάνει πιο συνειδητοποιημένο», είχε αναφέρει σε παλαιότερη συνέντευξή του ο Μόσχος.

Νίκος Νικολαϊδης: Ο «χαμένος» τα πήρε όλα

Ο Νίκος Νικολαίδης μπορεί να μην ήταν μέρος της «Γλυκιάς Συμμορίας», ήταν όμως ο εμπνευστής και δημιουργός της. Και δυστυχώς λείπει κι αυτός τα τελευταία 12 χρόνια. Εκτός από σκηνοθέτης ήταν σεναριογράφος, συγγραφέας και διαφημιστής.

Επηρέασε καθοριστικά την επόμενη γενιά των Ελλήνων σκηνοθετών αλλά και των νέων γενικότερα και τα έβαλε συνειδητά με το κατεστημένο, ενώ παράλληλα οραματίστηκε έναν αλλιώτικο και καλύτερο κόσμο.

Οι ταινίες του έχουν διχάσει πολλές φορές κοινό και κριτικούς. Η μέθοδος που κινηματογραφούσε, καθώς και η θεματολογία με την οποία ασχολήθηκε ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τις καθιερωμένες επικρατούσες επιλογές. Οι χαρακτήρες στις ταινίες του είναι κυρίως άνθρωποι που βρίσκονται στα όρια, σε παράλογες ή ακραίες καταστάσεις, που παίζουν το τελευταίο τους, συνήθως καμένο, χαρτί.

Το φιλμικό του σύμπαν ασχολείται με το φιλμ νουάρ, το παιχνίδι μεταξύ σεξ και θανάτου, τη συντροφικότητα, τον έρωτα, την πάλη με με όλες τις εξουσίες, αλλά και με φαντάσματα του παρελθόντος.

Σταθμός στην καριέρα του είναι η τριλογία «Χρόνια της Χολέρας», η οποία αρχίζει με «Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμα» (1979), συνεχίζει με τη «Γλυκιά Συμμορία» (1983), και τελειώνει με το «Ο Χαμένος τα Παίρνει Όλα» (2002).

«Oι νέοι θεατές μ’ αγαπούν, όχι γιατί είμαι «οργισμένος», όπως μερικοί ισχυρίζονται, αλλά γιατί οι ταινίες μου δεν τους απαγόρεψαν ποτέ να με αμφισβητήσουν και ακόμα γιατί με επιμονή αρνήθηκα – γεγονός που το εκτίμησαν – τα δεκανίκια που σε τιμή προσφοράς διανέμει χρόνια τώρα η «καθώς πρέπει» ευρωπαϊκή προοδευτική διανόηση.

Aρνήθηκα αυτό το παιχνίδι της προσφοράς και της τρομοκρατίας, έστω και αν προερχόταν καμιά φορά από τους θεατές, γιατί ήταν ένα παιχνίδι εξουσίας, μια κρατική άποψη για το σινεμά και είναι γνωστό βέβαια πως το κράτος δεν πάει ποτέ σινεμά», είχε αναφέρει σε συνέντευξη του.

Η «Γλυκιά Συμμορία»

Δεν είναι καθόλου τυχαίο που η«Γλυκιά συμμορία» βρίσκεται πάντα μέσα στη δεκάδα των καλύτερων ελληνικών ταινιών όλων των εποχών, όπως τις συντάσσουν τα μέλη της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου.

Ο πρωτότυπος ελληνικός τίτλος είναι μια απευθείας αναφορά στον ελληνικό τίτλο της ταινίας του 1969 του Σαμ Πέκινπα «Η άγρια συμμορία». Δεν πρόκειται για μια συμβατική ταινία, αλλά για μια ταινία με αναρχικό αέρα και νεανική τρέλα, που αποτέλεσε τον οιωνό μιας νέας εποχής.

Την «Γλυκιά Συμμορία» απαρτίζουν η Δέσποινα Τομαζάνη (Σοφία), η Δώρα Μασκλαβάνου (Μαρίνα), ο Τάκης Μόσχος (Αργύρης) και ο Τάκης Σπυριδάκης (Ανδρέας) που μένουν σε μια μονοκατοικία κάπου στην Κηφισιά.

Οι τέσσερις φίλοι σέρνοντας πίσω τους ένα πολυτάραχο παρελθόν, επιδίδονται σε παντοειδείς απρέπειες: τρώνε σε πολυτελή εστιατόρια χωρίς να πληρώνουν, κλέβουν τρόφιμα από σούπερ μάρκετ, ρούχα από καταστήματα, λίρες από χρηματοκιβώτια, λεφτά από φίλους, παίζουν σε πορνοταινίες ή χρηματοδοτούν μια παράνομη αντιεξουσιαστική οργάνωση.

Οι ήρωες του Νικολαϊδη αποφασίζουν να αρνηθούν αυτό που τους προσφέρεται για «ζωή», αυτόπεριθωριοποιούνται, συγκρούονται με τα κοινωνικά δεδομένα, το διασκεδάζουν και τελικά μένουν μόνοι απέναντι σε όλους και κυρίως στο σύστημα. Η αναπόφευκτη ήττα τους είναι για αυτούς μια καθολική και λυτρωτική νίκη…

Ο Νικολαΐδης ασχολείται γενικότερα με τον κινηματογράφο του περιθωρίου, απευθύνεται σε ένα πιο σινεφίλ κοινό και η ταινία του αυτή έχει καταγραφεί ως έκφραση μιας underground Αθήνας που δεν ντρεπόταν να δείξει ακόμα και τα πιο βιτσιόζικα ήθη.

Οι περισσότεροι ηθοποιοί του ήταν άγνωστοι στο ευρύ κοινό όταν έπαιξαν στις ταινίες του. Ωστόσο, στην πορεία αποδείχτηκαν μεγάλα ταλέντα και εμβληματικές μορφές του ελληνικού κινηματογράφου, αποδεικνύοντας ότι ο Νικολαϊδης ήξερε να διαλέγει.

Στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η ταινία απέσπασε από τον Σύλλογο Κριτικών Κινηματογράφου το βραβείο Καλύτερης Ταινίας, παραγωγής, καλλιτεχνικού διευθυντή και σκηνογράφου, η ενδυματολόγος Μαρί-Λουίζ Βαρθολομαίου κέρδισε το βραβείο Καλύτερης Ενδυματολόγου, ο Ανδρέας Ανδρεαδάκης κέρδισε το βραβείο Καλύτερου Μοντέρ, ο Μαρίνος Αθανασόπουλος κέρδισε το βραβείο Καλύτερου Ηχολήπτη, ο Άρης Σταύρου κέρδισε το βραβείο Καλύτερου Κινηματογραφιστή, και ο Τάκης Σπυριδάκης κέρδισε το βραβείο Ειδικής Μνείας Καλύτερου Ηθοποιού. Αξίζει να σημειωθεί ότι, συνολικά στην καριέρα του ο Νίκος Νικολαΐδης, είναι ο μόνος Έλληνας σκηνοθέτης που βραβεύτηκε πέντε φορές με το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

«Η ταινία είναι μια μελωδία άγνωστη που τη νιώθεις σαν να ’ρχεται απ’ τα παλιά σου. Κάποτε νομίζεις πως την έπιασες και τη σιγοσφυρίζεις, μετά από λίγο σου ξεγλιστράει και απογοητεύεσαι, κι έπειτα, κάποιο βράδυ πετάγεσαι απ’ τον ύπνο σου, σίγουρος πως την αιχμαλώτισες αυτή τη φορά, για να ξυπνήσεις το πρωί και να ’χεις ξεχάσει αν ήταν αλήθεια η όνειρο…. Όχι, δεν ξέρω τι είδους ταινία είναι η «Γλυκιά Συμμορία»…» – Νίκος Νικολαΐδης

Mία από τις χαρακτηριστικότερες σκηνές της ταινίας: «Άκου τώρα το μάθημα της ανατομίας. Αυτός εδώ είναι ο εγκέφαλος, ο εγκέφαλος που διψάει για αλήθεια και ποτέ δεν του δίνουμε αρκετή και ποτέ δεν χορταίνει. Κι αυτή εδώ είναι η κοιλιά, που διψάει για τροφή.

Κι αυτό εδώ κάτω είναι το φύλο, που διψάει για έρωτα γιατί νιώθει μοναξιά πότε-πότε. Εγώ στη ζωή μου τα έθρεψα, τα χόρτασα και τα τρία όσο μπορούσα κι όσο ήθελα. Εσύ μπορεί τη κοιλιά σου λίγο, με φασκόμηλο βέβαια… αλλά από αλήθεια, από έρωτα… τίποτα, τίποτα, τίποτα. Μόνο φουσκωμένα λόγια και καμώματα και πόζες. Το μάθημα τελείωσε, ε; Μπορείς να πηγαίνεις

Μιχάλης ‘Μίκης’ Μαυρόπουλος

Προηγούμενο άρθρο

Μαίρη Χατζηκωνσταντίνου: Στον αγώνα που συνεχίζεται η προσπάθεια όλων μας εντατικοποιείται

Επόμενο άρθρο

Η «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή με δύο παραστάσεις στο Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων