Απαύγασμα πλείστων όσων φιλοσοφικών ρευμάτων αποτελεί η διαπίστωση ότι το υπέρμετρο κυνήγι της «ύλης», βλάπτει σοβαρά το «πνεύμα», την πνευματική υπόσταση του ανθρώπου δηλαδή, οδηγώντας τον στην απώλεια της εσωτερικής του ισορροπίας.
Κατ’ αναλογία, το κυνήγι της κάλυψης της διδακτέας ύλης, βλάπτει σοβαρά το «πνεύμα» της εκπαίδευσης, στερώντας της όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να της προσδώσουν έναν ουσιαστικό και ελκυστικό χαρακτήρα.
Την τελευταία περίοδο, υπάρχει μια έντονη δημόσια συζήτηση για τη διδακτέα και εξεταστέα ύλη, ειδικά στο Λύκειο, με πολλές παρεμβάσεις από καθηγητές, μαθητές και γονείς, οι οποίοι διαπιστώνουν ότι η έκτασή της είναι αναντίστοιχη των δυνατοτήτων και αντοχών των μαθητών, που φέροντας και το επιπλέον φορτίο των προβλημάτων που μεγένθυνε η πανδημία, φαίνεται να δίνουν έναν άνισο αγώνα.
Όμως, και προ πανδημίας, η διαρκής αγωνία του εκπαιδευτικού μας συστήματος παρέμενε η έγκαιρη κάλυψη της ύλης, οδηγώντας στην, ως επί το πλείστον, πιεστική και διεκπεραιωτική κάλυψή της. Όμως, όλη αυτή η εναγώνιος προσπάθεια έχει αναγάγει την κάλυψη της ύλης σε αυτοσκοπό της εκπαίδευσης, αλλοιώνοντας την ουσία της, που δεν είναι άλλη από το να καταστήσει τους κοινωνούς της ,λειτουργικούς χρήστες της γνώσης. Ικανούς δηλαδή να επεξεργάζονται και να χρησιμοποιούν τα όσα μαθαίνουν για να νοηματοδοτούν την ύπαρξή τους, αλλά και να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τις προκλήσεις της, οδηγούμενοι έτσι στην πολυπόθητη αυτοπραγμάτωση.
Δυστυχώς, για το εκπαιδευτικό μας σύστημα, το βασικό πλαίσιο λειτουργίας του διαμορφώνεται από το επαναλαμβανόμενο, εν είδει σπιράλ, μοτίβο: κάλυψη της ύλης – εξέταση –βαθμολογία. Το μοτίβο αυτό επαναλαμβάνεται ατέρμονα και αδιατάραχτα αποκτώντας, συν τω χρόνω, τόσο μεγάλη αδράνεια που παρασύρει μαζί του όλη την εκπαιδευτική κοινότητα. Κάθε επανάληψή του βυθίζει ακόμη περισσότερο όλους τους εμπλεκόμενους στην αδιέξοδη «λογική» του. Τι κι αν τα στοιχεία δείχνουν ότι οι περισσότεροι μαθητές δεν βρίσκουν νόημα, τι κι αν δείχνουν ότι ασφυκτιούν πνευματικά και δυστυχούν; Ο στόχος είναι να «βγει η ύλη» και να μπει ο βαθμός. Ένα σύστημα που βαθμολογεί για να αιτιολογήσει την ύπαρξή του, χωρίς ποτέ να βαθμολογείται το ίδιο. Η ευθύνη της διαρκούς αποτυχίας του, μετατίθεται πάντα στους λειτουργούς και τους αποδέκτες του χωρίς κανέναν μηχανισμό διορθωτικών παρεμβάσεων και αναπροσαρμογής του.
Είναι, όμως, κοινώς αποδεκτό στην παιδαγωγική επιστήμη, ότι το μοντέλο της «γνώσης-πληροφορίας», πάνω στο οποίο στηρίζεται η διαρκής αγωνία για περισσότερη διδακτέα ύλη, είναι αναχρονιστικό, αναντίστοιχο των αναγκών της εποχής μας. Είναι επίσης γνωστό, ότι το παιδαγωγικό μοντέλο που ενεργοποιεί και εμπνέει όλους τους εμπλεκόμενους είναι αυτό της «γνώσης-δεξιότητας». Το τελευταίο προϋποθέτει μια ριζικά διαφορετική προσέγγιση που δίνει έμφαση στη διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσει ο εκπαιδευόμενος για να μετουσιώσει την πληροφορία σε ικανότητα σκέψης και αντιμετώπισης προβλημάτων πάσης φύσεως. Αυτή η προσέγγιση αναβαθμίζει τον μαθητή από υποκείμενο εξέτασης, στον σημαντικότερο κρίκο της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Ο Πλούταρχος είχε συνοψίσει, περιεκτικά, τη διαφορετική αυτή φιλοσοφία εκπαίδευσης στην υπέροχη φράση: «Το μυαλό δεν είναι ένα δοχείο που πρέπει να γεμίσει, αλλά μια φωτιά που πρέπει ν’ ανάψει».
Είναι,πλέον,η κατάλληλη στιγμή να αντιληφθούμε ότι η εκθετικά αυξανόμενη γνώση δεν έχει ανάγκη από ανθρώπους –«σκληρούς δίσκους» για την αποθήκευσή της, αλλά ικανούς να την αξιοποιήσουν δημιουργικά.
Αργύρης Μυστακίδης
Εκπαιδευτικός Φροντιστής
Φροντιστήριο Πυρήνας