Οι ιδεαλιστές πιστεύουν στην διαφορετικότητα ψυχής και σώματος (πολλές φορές διαφοροποιούν το πνεύμα, την ψυχή και το σώμα), σε αντίθεση με τους υλιστές οι οποίοι πιστεύουν ότι η ψυχή είναι μέρος του σώματος. Στην σειρά των άρθρων αυτών θα αναφερθούμε στους μύθους του ταξιδιού της ψυχής, που περιγράφει ο Πλάτων στους διαλόγους του «Γοργία», «Φαίδωνα» και «Πολιτεία».
Θα ξεκινήσουμε με τον «Γοργία», στον οποίο ο Πλάτων από το 523 μέχρι το 526c κάνει την πρώτη περιγραφή του ταξιδιού της ψυχής, μετά τον αποχωρισμό της από το σώμα. Μαλιστα, ο Σωκράτης λέει στον Καλλικλή ότι την διήγησή μου θα την νομίσεις για μύθο, αλλά εγώ την θεωρώ λόγο αληθή και όσα πω θα είναι αληθινά («ἄκουε δή, φασί, μάλα καλοῦ λόγου, ὃν σὺ μὲν ἡγήσῃ μῦθον, ὡς ἐγὼ οἶμαι, ἐγὼ δὲ λόγον: ὡς ἀληθῆ γὰρ ὄντα σοι λέξω ἃ μέλλω λέγειν»)!
Κατά τον Όμηρο την εξουσία μοιράστηκαν από τον πατέρα τους Κρόνο ο Δίας, ο Ποσειδών και ο Πλούτων. Την εποχή του Κρόνου υπήρχε νόμος, που ισχύει και τώρα, λέει ο Σωκράτης, ότι όσοι άνθρωποι ζήσουν την ζωή τους δίκαια και όσια όταν πεθάνουν πηγαίνουν στα νησιά των μακάρων. Αυτό γινόταν την τελευταία ημέρα πριν πεθάνουν. Η διαδικασία αυτή όμως δημιουργούσε προβλήματα. Οι άνθρωποι ήταν ντυμένοι. Το ίδιο και οι δικαστές. Έτσι πολλοί άνθρωποι με το φανταχτερό και πολυτελές ντύσιμο ξεγελούσαν τους δικαστές, με αποτέλεσμα αντί να πάνε στα Τάρταρα πήγαιναν στα νησιά των μακάρων. Ο Τάρταρος σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία ήταν θεότητα του κάτω κόσμου. Ήταν το χαμηλότερο σημείο του κάτω κόσμου. Σε αυτό πήγαιναν οι φοβερότεροι εγκληματίες. Η άνιση μεταχείριση προκάλεσε την διαμαρτυρία του Πλούτωνα και των επιμελητών του προς τον Δία. Ο τελευταίος τότε αποφάσισε να μην γνωρίζουν οι άνθρωποι πλέον πότε θα πεθάνουν και επιπλέον η κρίση να γίνεται μετά τον θάνατό τους. Έτσι με αυτό τον τρόπο όταν έφθαναν οι άνθρωποι ήταν γυμνοί. Το ίδιο γυμνοί ήταν και οι κριτές. Επομένως, δεν υπήρχε δυνατότητα επηρεασμού της κρίσης των ψυχών από τους κριτές, οι οποίοι ήταν τρεις, ο Μίνωας και ο Ραδάμανθυς για όσους έφθαναν στο τρίστρατο από την Ασία και ο Αιακός για όσους έφθαναν από την Ευρώπη. Στο τρίστρατο (λειμώνας) ένας ήταν ο δρόμος άφιξης των νεκρών και οι άλλοι δύο οι δρόμοι που οδηγούσαν στον ουρανό και την κόλαση. Ο Μίνωας είχε την τελική κρίση εάν ο Ραδάμανθυς και ο Αιακός είχαν αμφιβολία για το τι έπρεπε να κάνουν («ἐὰν ἀπορῆτόν τι τὼ ἑτέρω»).
Κλείνοντας το πρώτο μέρος της διήγησης του μύθου ο Σωκράτης λέει στον Καλλικλή ότι «αυτά είναι όσα άκουσα εγώ και πιστεύω πως είναι αληθινά». Κατά τον Σωκράτη ο θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής από το σώμα. Όταν χωριστούν διατηρούν την κατάσταση την οποία είχαν όταν ο άνθρωπος ήταν ζωντανός. Στο σώμα είναι φανερή όλη η περιποίηση, αλλά και όσα έπαθε εν ζωή. Για παράδειγμα το νεκρό σώμα έχει μεγάλο μέγεθος εάν ο άνθρωπος ήταν μεγάλος, αν ήταν παχύς θα είναι παχύ. Τα σημάδια, οι ουλές, τα τραύματα όλα που είχε, θα υπάρχουν και στο πεθαμένο σώμα. Όλα αυτά παραμένουν για ένα διάστημα. Το ίδιο και ισχύει και για την ψυχή. Όλα είναι φανερά επάνω της, όταν χωριστεί από το σώμα. Και τα έμφυτα, αλλά και όσα απέκτησε κατά την διάρκεια της ζωής του ο άνθρωπος. Όταν φθάσει η ψυχή στον Ραδάμανθυ, για όσες ταξιδεύουν από την Ασία, εκείνος τις σταματάει και τις παρατηρεί. Δεν γνωρίζει σε ποιόν ανήκουν. Δεν γνωρίζει αν ανήκουν στον μεγάλο βασιλιά ή σε ένα ταπεινό θνητό. Βλέπει να είναι μαστιγωμένη, με μεγάλες ουλές από τις αδικίες και τις επιορκίες των πράξεών της. Βλέπει να είναι επάνω της όλα στρεβλά, από το ψεύδος και την αλαζονεία. Τίποτε ευθύ, γιατί έζησε χωρίς αλήθεια. Από την εξουσία, την υπερβολή, την τρυφηλότητα, την ύβρι και την αλαζονεία βλέπει την ψυχή να είναι ασύμμετρη και αισχρή. Βλέποντάς την έτσι την στέλνει στην φρουρά, στην φυλακή, όπου θα υποστεί τα δεινά που της αρμόζουν.
Συνεχίζοντας την διήγηση ο Σωκράτης λέει ότι όταν κάποιος τιμωρείται σωστά από κάποιον άλλο, τότε ή βελτιώνεται και ωφελείται ή γίνεται παράδειγμα για τους υπόλοιπους, οι οποίοι βλέπουν τί παθαίνει και αποφασίζουν να γίνονται καλύτεροι. Ωφελούνται από τις τιμωρίες όσοι έχουν διαπράξει ιάσιμα αμαρτήματα. Όμως η ωφέλεια βγαίνει μέσα από αλγηδόνες (πόνους) και οδύνες, διότι δεν είναι δυνατόν να απαλλαχθούν διαφορετικά από τις αδικίες. Όσοι έχουν κάνει πολύ βαριά αμαρτήματα, τα οποία είναι ανίατα, αυτοί γίνονται παραδείγματα για τους άλλους. Οι ίδιοι δεν ωφελούνται, αλλά ωφελούνται οι υπόλοιποι βλέποντάς τους αναρτημένους στο δεσμωτήριο στον Άδη. Αποτελούν θέαμα με σκοπό την νουθεσία για όσους καταφθάνουν. Συμπληρώνει ο Σωκράτης ότι ένας από αυτούς είναι και ο Αρχέλαος, αν όσα προ είπε ο Πώλος είναι αλήθεια για αυτόν, καθώς και όλοι όσοι έγιναν τύραννοι σαν και αυτόν. Ο Πώλος είχε πει προηγουμένως ότι ο Αρχέλαος είχε δολοφονήσει τους νόμιμους διαδόχους του θρόνου. Αναφέρεται σαν ικανός και φιλότεχνος βασιλιάς. Έτσι ο Σωκράτης λέει ότι «πιστεύω ότι το μεγαλύτερον μέρος των αθλίων, που χρησιμεύουν ως παραδείγματα εις τους άλλους, ανευρίσκεται μεταξύ των τυράννων, μεταξύ των βασιλέων, μεταξύ των ισχυρών, μεταξύ ανθρώπων που υπήρξαν αρχηγοί κρατών. Διότι όντως ούτοι είναι εις θέσιν να διαπράττουν τα μεγαλύτερα και φοβερώτερα εγκλήματα» («οἶμαι δὲ καὶ τοὺς πολλοὺς εἶναι τούτων τῶν παραδειγμάτων ἐκ τυράννων καὶ βασιλέων καὶ δυναστῶν καὶ τὰ τῶν πόλεων πραξάντων γεγονότας: οὗτοι γὰρ διὰ τὴν ἐξουσίαν μέγιστα καὶ ἀνοσιώτατα ἁμαρτήματα ἁμαρτάνουσι»).
Προχωρώντας ο Σωκράτης την επιχειρηματολογία του αναφέρει τον Όμηρο, ο οποίος γράφει ότι πολλοί βασιλιάδες και δυνάστες τιμωρήθηκαν αιώνια στον Άδη, όπως ο Τάνταλος, ο Σίσυφος και ο Τιτυός. Αντίθετα ο Θερσίτης και όλοι οι απλοί πολίτες δεν τιμωρήθηκαν με βαριές ποινές. Καταλήγει ο Σωκράτης πάλι σε παρόμοιο συμπέρασμα με παραπάνω λέγοντας ότι «οι χειρότεροι προέρχονται από τους ανθρώπους που διαθέτουν μεγάλη δύναμη» («»). Από την άλλη, ο Σωκράτης για να μην γενικολογήσει και κατηγορήσει άδικα συλλήβδην όλους τους βασιλείς, τυράννους και άρχοντες λέει ότι μπορεί να υπάρχουν και περιπτώσεις ενάρετων ανθρώπων μεταξύ αυτών και μάλιστα αξίζουν τον θαυμασμό μας, διότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να μην αδικεί κάποιος που έχει την δύναμη να το κάνει. Αναφέρει σαν παράδειγμα τον Αριστείδη, το γιό του Λυσιμάχου, που είχε πάρει το προσωνύμιο «ο δίκαιος».
Βλέποντας ο Ραδάμανθυς κακές ψυχές δυναστών τους στέλνει κατευθείαν στον Τάρταρο. Αντίθετα όταν δει ψυχές που έχουν ζήσει με όσιο τρόπο και με αλήθεια, είτε ψυχές απλών ανθρώπων είτε κάποιου άλλου, αλλά κυρίως ψυχή φιλοσόφου, χαίρεται και την στέλνει στα νησιά των μακάρων. Τα ίδια κάνει και ο Αιακός, ενώ ο Μίνωας εποπτεύει καθισμένος.
Ο Σωκράτης συνεχίζει λέγοντας ότι ο ίδιος έχει πεισθεί από τα λόγια αυτά και προσπαθεί να έχει όσο πιο δίκαιη ψυχή γίνεται, αφήνοντας τις τιμές των πολλών ανθρώπων, εξασκώντας τη αλήθεια, βελτιώνοντας όσο το δυνατόν περισσότερο τον εαυτό του, και με τον τρόπο αυτό να πεθάνει. Προτρέπει, ο Σωκράτης και τους άλλους ανθρώπους, αλλά και τον Καλλικλή, να κατευθυνθούν προς αυτό τον βίο, ώστε όταν έρθει η ώρα της κρίσης να μην εκπλαγούν εάν νοιώσουν ίλιγγο όταν θα τους οδηγήσει κάποιος στην τιμωρία χτυπώντας τους στο πρόσωπο ή τους εξευτελίσει με άλλο ατιμωτικό τρόπο.
Κλείνοντας ο Σωκράτης την διήγησή του λέει ότι ίσως του φαίνονται όλα αυτά μύθοι, όπως αυτοί που λένε οι γραίες και ίσως τα περιφρονήσεις. Αυτό δεν θα ήταν παράδοξο, αλλά από την άλλη θα πρέπει να προτείνετε εσύ, ο Πώλος και ο Γοργίας ένα διαφορετικό τρόπο ζωής όταν είμαστε ζωντανοί, αλλά και όταν πεθάνουμε. Δέχεται, μάλιστα ο Σωκράτης να ελεγχθούν τα λεγόμενά του εκτός από το ότι πρέπει να προσέχουμε να μην αδικούμε παρά να μην αδικούμαστε, το οποίο του φαίνεται αληθινό και επιπλέον ότι πρέπει να προσπαθούμε όχι μόνο να φαινόμαστε καλοί αλλά να είμαστε στην δημόσια και ιδιωτική μας ζωή. Τελειώνει τον μονόλογό του ο Σωκράτης, αν και είναι κάτι που δεν το προτιμά, αντίθετα προτιμά να συζητά με ερωτήσεις και απαντήσεις, δίνοντας μερικές συμβουλές για το πως θα πρέπει να ζούμε. Παρακινεί μάλιστα τον Καλλικλή να τον ακολουθήσει στο δρόμο αυτό ώστε να κατακτήσει την ευδαιμονία στην παρούσα ζωή, αλλά και μετά τον θάνατο. Άφησε να σε χτυπήσουν και να σε ατιμώσουν γιατί τίποτε κακό δεν θα πάθεις αν είσαι «καλός και αγαθός» και ασκείς την αρετή («οὐδὲν γὰρ δεινὸν πείσῃ, ἐὰν τῷ ὄντι ᾖς καλὸς κἀγαθός, ἀσκῶν ἀρετήν»).
Βασίλης Τσιάντος
Καθηγητής Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος
Πρόεδρος Δ.Ε. Παραρτήματος Καβάλας Ε.Μ.Ε.