Γράφει από το Παρίσι ο Μιχάλης Μαυρόπουλος
Οι επισκέψεις του Έλληνος πρωθυπουργού Μητσοτάκη την παρελθούσα Δευτέρα και Τρίτη, (13η και 14η του μηνός) και του Τούρκου προέδρου Ερντογάν το Σάββατο 18ο τρέχοντος, στο Βερολίνο σηματοδοτούν τον ολοένα και αυξανόμενο ρόλο που παίζει η Γερμανία όχι μόνο στις κεντροανατολικές χώρες της Ευρώπης, αλλά και στα νοτιοανατολικά Βαλκάνια.
Αθήνα και Άγκυρα οι ηγέτες των δυο χωρών αισθάνθηκαν σχεδόν υποχρεωμένοι να μεταβούν, και να συζητήσουν στη πρωτεύουσα της Γερμανίας τις οικονομικές, στρατιωτικές και διπλωματικές δυσκολίες των χωρών τους.
Ο Μητσοτάκης, του οποίου περί 420.000 συμπατριώτες του ζουν και εργάζονται στη Γερμανία, ασφαλώς θα αντάλλαξε απόψεις για τις συνθήκες ζωής και εργασίας τους, πιθανόν δε να ζήτησε περαιτέρω ευρωπαïκή βοήθεια για την απορρόφηση των πολυπληθών προσφύγων στη χώρα του.
Το πρόβλημα μεταναστών-προσφύγων απασχολεί επίσης και το Βερολίνο που επιθυμεί την ανανέωση της συμφωνίας με την Άγκυρα, αλλά αγνοεί προς το παρόν τις επιδιώξεις του Ερντογάν και δεν ξέρει πώς θα αντιδράσει ο τελευταίος.
Στην συνάντησή του με τον Γερμανό καγκελάριο, ο Τούρκος πρόεδρος άδραξε την ευκαιρία να δώσει εξηγήσεις για την υπερευνοïκή στάση του για την Χαμάς. Όσον αφορούσε τον Έλληνα πρωθυπουργό, θα μπορούσε να υπενθυμίσει στον Όλαφ Σολτς το χρέος των γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων που οφείλει η Γερμανία έναντι της Ελλάδος, για τις καταστροφές που υπέστη η εν λόγω χώρα κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου.
Μπορεί μεν η διαγραφή του γερμανικού χρέους να υπεγράφη στο Λονδίνο το 1953, στην συνείδηση όμως των ηλικιωμένων επιζώντων Ελλήνων παραμένει,έστω και μειωμένη συν τω χρόνω, η ανάκληση των «όσων εμείς τραβήξαμε».
Εάν ο γαλλικός Τύπος πέρασε στα «ψιλά» την επίσκεψη στο Βερολίνο του Μητσοτάκη, έστερξε να αφιερώσει ένα μονόστηλο ή το πολύ ένα δίστηλο στην επίσκεψη Ερντογάν. Δεν παρήγαγε όμως λέξη της δριμείας κριτικής των τουρκικών εφημερίδων οι οποίες δεν φειδωλεύτηκαν στη χρήση ιστορικών υπενθυμίσεων δυσάρεστων για την Γερμανία.
Ο Τούρκος ηγέτης τα είπε καθαρά και ξάστερα στους συνομιλητές του. Τους τόνισε: «Εγώ δεν χρωστάω τίποτα στο Ισραήλ, μιλώ ελεύθερα: Άλλοι έκαναν το Ολοκαύτωμα. Οι πρόγονοί μας μουσουλμάνοι υπέστησαν τα πάνδεινα από τους σταυροφόρους της Δύσεως με τις ευλογίες του “αλάθητου” Πάπα».
Θα μπορούσε να προσθέσει πως σκότωσαν, έκλεψαν τον πλούτο της Ανατολής, ατίμασαν τους κατοίκους της, τους κατέστησαν υποχείριους των βλέψεων τους και κυρίως τους υποχρέωσαν να ασπαστούν τον Καθολικισμό επιβάλλοντας τον βιαίως στους οπαδούς άλλων θρησκειών, κατά πρώτον λόγο στους μουσουλμάνους.
Η Ιστορία δικαίωσε τους ηγέτες κρατών που διατείνονταν και υπενθυμίζουν, ευκαιρίας δοθείσης, ότι η «καθολική Δύση εστράφη προς Ανατολάς» για να εκμεταλλευθεί, χωρίς οίκτο τους ντόπιους, με το πρόσχημα της προστασίας και ανακαταλήψεως των Αγίων Τόπων.
Διέφθειρε συνειδήσεις, προσπάθησε με την βία να επιβάλλει τον δυτικισμό, να αλλάξει την φύση και την ψυχοσύνθεση των εκεί πληθυσμών. Επ’ αυτού, ο Ερντογάν χειροκροτήθηκε από πολλούς λαούς όχι μόνο από εκείνους του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου αλλά και από άλλους.
Επί τούτου, θα ήταν καλοδεχούμενο και θα ικανοποιούσε κάθε ένα Έλληνα εάν ο Τούρκος πρόεδρος θα είχε την θέληση στο πλαίσιο των μύδρων του κατά των Σταυροφόρων, να υπενθυμίσει την λεηλασία της πρωτεύουσας του Βυζαντίου, την Κωνσταντινούπολη, στη διάρκεια της 4ης εκστρατείας το 1202-1204 και στην λαφυραγωγία της Πόλεως από τους παπιστές.
Η δήωση, καταστροφή της πρωτεύουσας της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους Σταυροφόρους προηγήθηκε κατά 250 χρόνια της ιστορικής φράσεως«εάλω η Πόλις» του Μωάμεθ του Πορθητή.
Οι παπιστές εκτός των ανθρώπινων εγκλημάτων, που διέπραξαν, π.χ. εσφαγμένοι ορθόδοξοι ιερείς, προέβησαν επίσης και στη σύληση και κλοπή πολύτιμων καλλιτεχνικών αντικειμένων από ιστορικούς χώρους, όπως είναι τα τέσσερα αγάλματα ίππων από χαλκό που τοποθετήθηκαν υπεράνω της εισόδου της βασιλικής του Αγίου Μάρκου της Βενετίας, άλογα που κοσμούσαν πριν από την κλέψιμό τους από τους Ενετούς τον ιππόδρομο της Πόλεως των Πόλεων.
Θα σκεφθείτε ότι όλα αυτά είναι παρελθόν. Ορθώς, αλλά η γνώση και η αναφορά στην ιστορία είναι απαραίτητη για την προώθηση και πιθανή λύση των προβλημάτων του παρόντος. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο,η προσεχής συνάντηση την 7η Δεκεμβρίου μεταξύ Μητσοτάκη και Ερντογάν θα ήταν ωφέλιμη και για τους δυο, εάν η τουρκική πολιτική άφηνε κατά μέρος τα περί «γαλάζιας πατρίδος» και η ελληνική περί απειλής της εδαφικής ακεραιότητος της από την γείτονα χώρα…