Γράφει η Βούλα Δεληγιάννη
«Μνήσθητι Κύριε: Για την ώρα που η λεπίδα του φονιά άστραψε
κι όλος ο Θεός της Τραγωδίας εφάνη.
Μνήσθητι Κύριε: Για την ώρα που άξαφνα κι οι εννιά αδερφές,
εσκύψαν να της βάλουνε των αιώνων το στεφάνι».
ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ (Αφιερωμένη γραφή, πλήρης πόνου, στη μεγάλη απώλεια της Ελένης Παπαδάκη, 4 Νοεμβρίου 1908-22 Δεκεμβρίου 1944)
Η ΣΚΗΝΟΘΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΕΝΟΣ ΗΘΟΠΟΙΟΥ
Η πίκρα, η οργή, το κλάμα, έρχονται μετά. Πολύ μετά. Ίσως την επόμενη μέρα, την ώρα του πρωινού καφέ, να επιστρέφουν στο μυαλό όσα είδες επί σκηνής το προηγούμενο βράδυ στην παράσταση «Για την Ελένη». Ίσως εκείνη την ώρα το μυαλό να διυλίζει ξανά τα ιστορικά στοιχεία που έλαβε, να τα επεξεργάζεται προσεκτικά και να επαναστατεί, παλεύοντας με τα «γιατί» που άφησε πίσω της η τραγική ιστορία της ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη.
Ευτυχής ήταν η επιστροφή του Μάνου Καρατζογιάννη στην Καβάλα το βράδυ της Πέμπτης. Ευτυχής ήταν η παρθενική εμφάνισή του στο κοινό με τη σκηνοθετική πλέον ιδιότητα. Ευτυχής ήταν η συνάντηση του καβαλιώτικου κοινού με την ηθοποιό Μαρία Κίτσου. Ο θεατρικός μονόλογος που παρουσιάστηκε στην αίθουσα του «Αντιγόνη Βαλάκου» προσέλκυσε πλήθος κόσμου και καταχειροκροτήθηκε. Για πολλούς και διάφορους λόγους.
«ΕΙΣΑΙ ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΕ ΗΘΟΣ»
Τα επαναλαμβανόμενα μπιζαρίσματα, τα θερμά και παρατεταμένα χειροκροτήματα, τα μεγαλόφωνα «μπράβο» που ακούστηκαν, μάλλον ευθύνονταν για το γεγονός ότι η Μαρία Κίτσου αναλύθηκε σε κλάματα την ώρα της υπόκλισης. Όταν ο πρόεδρος του ΔΗΠΕΘΕ Πέτρος Πετρόπουλος έσπευσε στα παρασκήνια για να της σφίξει το χέρι, τη βρήκε να κλαίει με λυγμούς. Τη συνεχάρη προσωπικά, μεταφέροντας παράλληλα τον ενθουσιασμό και τις ευχαριστίες των τυχερών καβαλιωτών που παρακολούθησαν την παράσταση.
Βροχή ήταν και τα συγχαρητήρια που δέχθηκε ο σκηνοθέτης του έργου, ο οποίος έχει γράψει και το κείμενο. Σεμνός, χαμογελαστός, εμφανώς ανακουφισμένος από το άγχος του κι ευχαριστημένος από τις αντιδράσεις του κοινού, απλά ευχαριστούσε τους πάντες από την καρδιά του. Το κορυφαίο σχόλιο όμως μάλλον το δέχτηκε από την Όλγα Μάμαλη, που του είπε: «Είσαι ένας άνθρωπος με ήθος». Αυτό ωστόσο δεν είναι το βασικό λειτούργημα ενός ηθοποιού; Να ποιεί ήθος!
ΑΚΡΟΒΑΤΩΝΤΑΣ ΣΕ ΤΕΝΤΩΜΕΝΟ ΣΚΟΙΝΙ
Όταν ο Μάνος στάθηκε με αγωνία μπροστά μου, μετά το τέλος της παράστασης, κοιτώντας με κατάματα κι αναρωτώμενος για την εντύπωσή μου, το μόνο που κατάφερα να του πω ήταν: «Πως θα μπορέσουμε να ζητήσουμε συγνώμη από την Ελένη;». Θα το κάνουμε, μου απάντησε, όταν μετά από χρόνια θα τη συναντήσουμε. Αν ποτέ συμβεί αυτό, η συγνώμη μας προς την Ελένη Παπαδάκη θα πρέπει να είναι τεράστια. Να τη σκεπάσει ολόκληρη, να τη ζεστάνει, να τη γλυκάνει, να την ανακουφίσει και ίσως να τη δικαιώσει.
Ο Μάνος Καρατζογιάννης κυριολεκτικά ακροβάτησε σε τεντωμένο σκοινί ετοιμάζοντας τη συγκεκριμένη παράσταση. Παρέθεσε στοιχεία από τη ζωής της τραγικής ηθοποιού εστιάζοντας στη διαφορετικότητα της προσωπικότητάς της. Σύστησε στο κοινό μια ταλαντούχα γυναίκα του Μεσοπολέμου, καλλιεργημένη, γλωσσομαθή, ανατρεπτική στις επιλογές της ζωής της, μια ηθοποιό που ανάγκαζε το κοινό και τους κριτικούς να παραληρούν για τις ερμηνείες της σε τραγικούς ρόλους. Αυτή, η «πριγκίπισσα της μοναξιάς», όπως την αποκαλούσαν, κατά τη διάρκεια της Κατοχής είχε καταφέρει να σώσει κόσμο από τα νύχια των ναζί, ανεξαρτήτως ιδεολογίας. Τη διαφορετικότητά της όμως πλήρωσε πολύ ακριβά, με την ίδια της τη ζωή, στη διάρκεια μιας σκοτεινής και ταραγμένης ελληνικής περιόδου.
Ασχέτως με την άποψη που σίγουρα έχει διαμορφώσει ο ίδιος ο Μάνος για την ιστορία της Ελένης Παπαδάκη, σε κανένα σημείο του κειμένου του και της σκηνοθεσίας του δεν προσπάθησε να την περάσει στο κοινό. Τα ιστορικά στοιχεία απλά παρέθεσε, χρησιμοποιώντας ως «πομπό» την ερμηνεία της Μαρίας Κίτσου, αφήνοντας τον κάθε θεατή να αποφασίσει. Η προσπάθειά του εστιάστηκε στην αναγνώριση μιας σπουδαίας ηθοποιού κι όχι στη δικαίωση μιας αδίκως εκτελεσμένης γυναίκας.
ΤΕΛΟΣ… ΕΤΣΙ ΑΠΛΑ…
Τόσο το κείμενο του Μάνου, όσο και η ερμηνεία της Μαρίας Κίτσου εντείνονταν σταδιακά. Σ’ όλη τη διάρκεια του μονολόγου ο φόβος εναλλάσσονταν με το σαρκασμό, το γέλιο εναλλάσσονταν με το κλάμα, η παύση εναλλάσσονταν με την κραυγή. Ακόμη κι εκείνοι που γνώριζαν την ιστορία της Ελένης Παπαδάκη, ακόμη κι εγώ που προετοιμαζόμενη για τη θέαση διάβασα αμέτρητα σχετικά κείμενα, κανείς μας δεν ήταν έτοιμος για το τέλος. Για τη στιγμή που ο βουβός εκτελεστής της Μάριος Μακρόπουλος, ο οποίος σε όλη τη διάρκεια της παράστασης παρακολουθούσε από την πλατεία την απολογία της στο δικαστήριο του χρόνου, ανέβηκε στη σκηνή και την παρέσυρε σ’ ένα βίαιο ταγκό.
Ο ήχος του όπλου που εκπυρσοκροτεί δυο φορές, η 41χρονη Ελένη που σωριάζεται εκτελεσμένη στο λάκκο της, ο προτζέκτορας που προβάλει στον τοίχο το «Μνήσθητι Κύριε» του Άγγελου Σικελιανού και το «Συγχώρεσέ μας…» του Αλέξη Σολομού, η εικόνα της δολοφονημένης ηθοποιού που παρέμεινε επί ένα σχεδόν μήνα στα αζήτητα, η ασπρόμαυρη φωτογραφία που την απεικονίζει να καπνίζει κρατώντας μια τράπουλα… κι ύστερα απλά η λέξη ΤΕΛΟΣ.
Αυτή η λέξη σε κατατρέχει ώρες μετά την παράσταση. Γιατί τέλος; Γιατί αυτό το τέλος; Γιατί ο εμφύλιος διχασμός να μην έχει τέλος; Γιατί οι αντιζηλίες και οι κακίες, ο φθόνος και οι ψευδείς κατηγορίες να διαιωνίζονται χωρίς τέλος; Γιατί οι φήμες να ισχυροποιούνται τόσο πολύ ώστε να γίνονται αιτία για μια δυσφήμιση χωρίς τέλος; Γιατί, εντέλει, να μη γίνεται αποδεκτή και σεβαστή η διαφορετικότητα ενός ανθρώπου και γιατί να μη του αναγνωρίζεται η ελευθερία να ζήσει τη ζωή του με τον επιθυμητό τρόπο;
ΠΟΡΕΙΑ ΜΕ ΑΠΡΟΣΔΟΚΗΤΟ ΤΕΛΟΣ
Τη νύχτα της 21ης προς 22α Δεκεμβρίου του 1944, η Ελένη Παπαδάκη συνελήφθη από τη Λαϊκή Πολιτοφυλακή Πατησίων – Γαλατσίου στο σπίτι του Γραμματέα του ΕΑΜ Θεάτρου, Δημήτρη Μυράτ. Τόσο ο ίδιος, όσο και φιλικά πρόσωπα της Παπαδάκη ενημερώθηκαν ότι θα ακολουθήσει μια ανάκριση και θα απελευθερωθεί σύντομα. Αντ’ αυτού, η ηθοποιός θα μεταφερθεί στο διυλιστήριο της Ούλεν στο Γαλάτσι, που έχει μετατραπεί σε κολαστήριο. Ο διαβόητος «καπετάν Ορέστης» θα την καταδικάσει σε θάνατο με τσεκούρι.
«Ο Μακαρώνας την παρέλαβε μπροστά στον Ορέστη, ο οποίος είχε διατάξει την εκτέλεση της με το τσεκούρι, όπως γινόταν με τα άλλα πολυάριθμα θύματα. Την διέταξε να γδυθεί, ενώ εκείνη είχε αντιληφθεί ότι πλησιάζει το τέλος της και είχε τρομάξει πολύ. Έτρεμε από το κρύο και το φόβο και κλαίγοντας τους παρακαλούσε. Έβγαλε τη γούνα της, την οποία παρέλαβε ο Ορέστης και όταν τη διέταξε να βγάλει και τα υπόλοιπα ρούχα αναλύθηκε σε δυνατές κραυγές απελπισίας και σε γόους.
Όρμησαν τότε σαν αφιονισμένοι πάνω της και μέσα σε έναν καταιγισμό από προπηλακισμούς, την έσυραν κοντά σε ανοιγμένο λάκκο, κι εκεί την έγδυσαν με τη βία. Ο Μακαρώνας ξαφνικά δείλιασε, τον πείραξαν και οι κραυγές της, και τελικά καθίζοντάς την χάμω, τράβηξε το περίστροφό του και της φύτεψε μια-δύο σφαίρες στον αυχένα…» (Πολύβιου Μαρσάν: «Ελένη Παπαδάκη – Μια φωτεινή θεατρική πορεία με απροσδόκητο τέλος»)
Όταν στις 26 Ιανουαρίου του 1945 άρχισε η εκταφή των πτωμάτων, αναγνωρίστηκε και το δικό της μαζί με μερικά άλλα σε έναν λάκκο, σε μια πευκόφυτη κατηφόρα. Δυο μέρες αργότερα έγινε η κηδεία της στον Άγιο Γεώργιο τον Καρύτση. Ο θάνατός της θρηνήθηκε ως εθνική απώλεια. Κάπως έτσι έπεσε άδοξα η αυλαία της ζωής για την Ελένη Παπαδάκη. Κάπως έτσι όμως, με την παράσταση «Για την Ελένη» του Μάνου Καρατζογιάννη, σηκώθηκε μέσα μας η κουρτίνα που κρατούσε κρυμμένη τη συγκεκριμένη ιστορία. Τώρα ξέρουμε, τώρα μάθαμε, μπορούμε να διαβάσουμε, να αναζητήσουμε, να διαμορφώσουμε άποψη κι αναλόγως να τη δικαιώσουμε ή όχι. Η επιλογή είναι αυστηρά δική μας.
«ΣΥΓΧΩΡΕΣΕ ΜΑΣ…»
«Ένας τυφλός, ακούγοντας την Ελένη Παπαδάκη, θα βλέπει ασφαλώς τα χρώματα και τα σχήματα» (ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΥΡΙΒΗΛΗΣ)
«Η Ελένη Παπαδάκη είναι η αδιαμφισβήτητη διάδοχος της Κοτοπούλη» (ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΞΕΝΟΠΟΥΛΟΣ)
«…Χρειάζεται να φανούμε μεγάλοι, να φανούμε τέλειοι (…) για να μπορέσουμε να ονομαστούμε χωρίς τύψεις, συνάδελφοι της Ελένης Παπαδάκη (…). Χάσαμε ένα απ’ το πιο τρανά κι απ’ τα πιο σπάνια καυχήματα της ελληνικής σκηνής – χάσαμε έναν καλό φίλο κι έναν ωραίο άνθρωπο (…). Κοιμήσου ειρηνικά, αγαπημένη φίλη… Ίσαμε επάνω δεν φτάνουν μήτε η αρρώστια μιας εποχής, μήτε μιας φυλής η παραφροσύνη. Μια λέξη ακόμα: Συγχώρεσέ μας…» (ΑΛΕΞΗΣ ΣΟΛΟΜΟΣ)