Ανάμεσα σε μια εισπνοή-εκπνοή ζω. Μια σχισμή στο χρόνο η κατοικία μου. Εκεί μέσα προσπαθώ να στριμώξω όλο μου τον κόσμο, στα γρήγορα και ό,τι προλάβω. Όταν ανασαίνω βαθιά, το ξεφύσημα είναι οδυνηρό.
Κάποιες φορές η αναπνοή γίνεται κοφτή, γρήγορη, είναι οι στιγμές που νιώθω πως αγγίζω την αθανασία… Δεν έχω ελεύθερο χρόνο, πολλές σκοτούρες. Παγιδεύτηκα πίσω από το γυαλί του ρολογιού, μεταμορφώθηκα σε ζωντανό λεπτοδείκτη.
Δεν κατάλαβα πως φυλακίστηκα ανάμεσα σε ώρες και λεπτά. Αφέθηκα, ξεχάστηκα…
Ζω αγχωμένος, εθισμένος στην κορτιζόλη. Τα βράδια δεν μπορώ να κλείσω μάτι, η βαλεριάνα δεν λείπει απ΄ το σπίτι. Είμαι συνεχώς κακόκεφος. Εκνευρίζομαι με αυτούς που μου λένε καλημέρα χαμογελώντας. Κατά βάθος ζηλεύω που είναι χαρούμενοι.
Δεν είμαι ευχάριστη παρέα, συνεχώς κλαψουρίζω ζητώντας συμβουλές για το πως να στριμώξω γρηγορότερα και περισσότερα πράγματα στη ρωγμή που ζω. Σε κανέναν όμως δεν περισσεύει χρόνος, όλοι απασχολημένοι με το πως θα γεμίσουν τις δικές τους.
Προσπαθώ να χωρέσω σε μυρμηγκοφωλιά τον κόσμο ολόκληρο… Όσο ακόμα αντέχω αξιοποιώ το χρόνο μου.
Καιρό τώρα αντάλλαξα τις βαθιές μου ανάσες με αγκομαχητά, βοηθάνε καλύτερα στον ανήφορο… Ο χρόνος είναι χρήμα και δεν έχω αρκετό από το δεύτερο…
Στην ντουλάπα κρεμασμένα τα γάντια του μποξ, το χρυσό μετάλλιο που κέρδισα στο εθνικό πρωτάθλημα λαμπυρίζει ακόμα. Κάποιες φορές τα ξαναβάζω, γίνομαι είκοσι χρόνων. Βρίσκομαι ξανά στο ρινγκ, πυγμαχώ, ο αντίπαλος πέφτει στο καναβάτσο, ο κόσμος με αποθεώνει, είμαι ολυμπιονίκης.
Τα βάζω με τον εαυτό μου που τα παράτησε τότε, δεν έπρεπε…
Άσπρισαν τα μαλλιά, η βαλεριάνα δεν λείπει από το σπίτι.
Αναρωτιέμαι ακόμη τι πήγε λάθος…