Τo Fresh έχει την χαρά αλλά και την μεγάλη τιμή να μοιραστεί μαζί σας την συνέντευξη που έδωσε για το περιοδικό μας ο παγκόσμια αναγνωρισμένος συγγραφέας Βασίλης Βασιλικός.
Τον επισκεφθήκαμε στην Αθήνα και μας μίλησε για όλα…
Απολαύστε την συνέντευξή του.
Κ. Βασιλικέ, γεννηθήκατε στην Καβάλα, η καταγωγή σας είναι από την Θάσο και μεγαλώσατε στην Θεσσαλονίκη. Τι κρατάτε από τα παιδικά και εφηβικά σας χρόνια; Πόσο καθόρισε η οικογένεια την μετέπειτα σταδιοδρομία σας;
Κρατώ αυτά που έγραψα σποραδικά στα βιβλία μου. Δηλαδή θυμάμαι όσες παιδικές και εφηβικές εμπειρίες έχω καταγράψει.
Κι ευτυχώς, γιατι στην πορεία του χρόνου θα τις είχα τώρα ξεχάσει. Οσο για την οικογένεια που ρωτάτε η μεν μητέρα μου ήταν απόφοιτος της Σχολής Καλογραιών της Τήνου, δηλαδή γαλλομαθής και λάτρης της γαλλικής ποίησης, ιδιαίτερα εκείνης του Πωλ Ζεραλντύ και των ρομαντικών μυθιστορημάτων της εποχής της, ο δε πατέρας μου, δικηγόρος και πολιτευτής του νομού, (διετέλεσε βουλευτής το 1936 με το βενιζελικόν κόμμα, πλήν όμως εξάμηνης διαρκειεας μόνο λόγω της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξή στις 4 Αυγούστου εκείνης της χρονιάς) και λάτρης του Παπαδιαμάντη καθώς η Σκιάθος του κοσμοκαλόγερου του θύμιζε τη δική του Θάσο.
Με δυο λόγια ήταν γονείς που αγαπούσαν τα γράμματα και έτσι δεν είχαν πρόβλημα με μένα πουαπό πολύ μικρός είχα αρχίσει να γράφω. Αντίθετα με ενθάρρυναν σε αυτό.
Είστε από τους συγγραφείς που τα βιβλία τους επανεκδίδονται συνεχώς και διαβάζονται πάντα με το ίδιο ενδιαφέρον. Ποιο είναι για εσάς το μυστικό της διαχρονικότητας των βιβλίων σας;
Οι επανεκδόσεις ξεκίνησαν τα τελευταία χρόνια, με τη συμπλήρωση μιας 40ετίας και πλέον από την πρώτη τους έκδοση, η οποία πρώτη φυσικά είχε και άλλες επανεκδόσεις στον καιρό της. Δεν υπάρχει κανένα «μυστικό διαχρονικότητας» όπως ρωτάτε.
Απλούστατα οι σημερινοί 45πεντάρηδες και κάτω, δεν τα ξέρουν ούτε τα διάβασαν ποτέ. Ετσι οι εκδότες πρόθυμα τα δέχονταν, παρόλη την δεκαετή Κρίση και στον χώρο του βιβλίου.
Ξέρετε τι είναι για ένα παιδί να βλέπει στο δρόμο σκελετωμένους ενήλικες από την πείνα;
Κατά την γνώμη σας ποιες είναι οι καθοριστικές στιγμές της νεότερης Ελληνικής ιστορίας που επηρέασαν εσάς σαν άνθρωπο και ως συγγραφέα;
Πρώτα και κυρίως ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ξέρετε τι είναι για ένα παιδί να βλέπει στο δρόμο σκελετωμένους ενήλικες από την πείνα; Και μετά οι βομβαρδισμοί των συμμάχων.
Οι βόμβες τους που προορίζονταν για τους Γερμανούς κατακτητές, πολύ συχνά πέφταν στα σπίτια μας. (Στην Κατοχή είχαμε δραπετεύσει απ’ την Καβάλα λόγω των Βουλγάρων φασιστών και ο πατέρας μου προτίμησε τους Ναζί Γερμανούς στη Θεσσαλονίκη για να αποφύγει μια νέα βουλγαρική ομηρία όπως είχε συμβεί το 1913 στην πόλη μας). Ακολούθησε η Απελευθέρωση που κατέληξε στον Εμφύλιο.
Με βρήκε εσώκλειστο στο σχολείo Anatolia, πάνω από την Καπουτζίδα, σημερινή Πυλαία. Κατόπιν ο 1ος Καραμανλής (1955- 1963) που έφερε την «αντιπαροχή» στην οικοδομή και κατέστρεψε την Αθήνα, και μετά η Χούντα των Συνταγματαρχών.
Η πιο μακροχρόνια περίοδος ειρήνης που γνώρισε η χώρα μας από την Απελευθέρωση και μετά υπήρξε αυτή που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση». Ωσπου ήρθε η Κρίση το 2009 και μας αποτέλειωσε.
Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που μπορεί να σας οδηγήσουν στην συγγραφή ενός νέου βιβλίου;
Δεν υπάρχουν «ιδιαίτερα χαρακτηριστικά» στην συγγραφή ενός βιβλίου. Εκείνο που με οδηγεί, τουλάχιστον εμένα, στην συγγραφή είναι η γραφή η ίδια. Απ’ την γραφή οδηγείσαι στην «συγγραφή».
Είναι όπως τρως και μετά χωνεύεις αυτό που έφαγες. Στην χώνεψη πάνω προκύπτει το θέμα ενός νέου βιβλίου. Θα σας φαίνεται παράξενο αυτό που λέω, αλλά εγώ έτσι λειτουργώ. Δεν υπάρχει «θέμα» α πριόρι. Το θέμα βγαίνει από εκεί που σε οδηγεί η ίδια η γραφή.
Όπως στο ποδόσφαιρο που ο παίκτης πρέπει να ζεσταθεί πρώτα με την προπόνηση πριν βάλει το πολυπόθητο γκολ.
Τα 13-14 χρόνια μου είχα ψωρίαση και πέφταν τα μαλλιά μου. Στην Καβάλα τότε δεν υπήρχε Ακτινολογικό. Έτσι πήγαμε στη Δράμα που είχε. Ακτινοβολήθηκα, σταμάτησαν να πέφτουν τα μαλλιά, αλλά από εξωστρεφής που ήμουν σαν χαρακτήρας έγινα εσωστρεφής.
Ποιο ήταν το ερέθισμα για τα πρώτα συγγραφικά βήματα;
Κοιτάξτε. Αυτό που θα σας απαντήσω ίσως σας παραξενέψει. Αλλά έχω μια δική μου εκδοχή για το «ερέθισμα» που με ρωτάτε. Τα 13-14 χρόνια μου είχα ψωρίαση και πέφταν τα μαλλιά μου. Στην Καβάλα τότε δεν υπήρχε Ακτινολογικό.
Έτσι πήγαμε στη Δράμα που είχε. Ακτινοβολήθηκα, σταμάτησαν να πέφτουν τα μαλλιά, αλλά από εξωστρεφής που ήμουν σαν χαρακτήρας έγινα εσωστρεφής. Από παιδί της αλάνας και του ποδοσφαίρου, έγινα εσώκλειστος του δωματίου, διάβαζα εξωσχολικά βιβλία, ποίηση και πεζά, κι άρχισα να γράφω ποιήματα και διηγήματα.
Οπότε συμπέρανα , πολύ αργότερα, ότι οι ακτινοβολίες εκείνες στη Δράμα κατέστρεψαν τα υγιή κύτταρα του εγκεφάλου μου και με… «δραματοποίησαν».
Το “Ζ”, θα λέγατε ότι το έργο που σας χαρακτηρίζει περισσότερο;
Ναι, αλλά όχι λόγω του βιβλίου. Λόγω του γεγονότος που περιγράφει.
Η δολοφονία του Λαμπράκη, θα άλλαζε , όπως και άλλαξε, το πολιτικό κλίμα της χώρας. Το «Ζ» προέκυψε 3 χρονιά μετά, Νοέμβρη του 1966. Εκείνα που πραγματικά με χαρακτηρίζουν περισσότερο είναι η τριλογία «Το φύλλο-Το πηγάδι- Τ’αγγέλιασμα» (1961) και το ογκώδες μετά-νεωτερικό μυθιστόρημα «Γλαύκος Θρασάκης» (1973-1975).
Ποιο βιβλίο σας, πέρα από το θρυλικό “Ζ”, θα θέλατε να μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη;
Μεταφέρθηκαν αρκετά στη «μικρή».
Τα «σιλό», το πρώτο σας μυθιστόρημα το γράψατε στην ηλικία των 15 ετών και αναφέρονται στη Μακεδονία της βουλγαρικής Κατοχής του 1941-1944. Είναι μία περίοδος όπου ως λαός δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα, αυτό έπαιξε ρόλο για την συγγραφή του συγκεκριμένου βιβλίου;
Ναι, πράγματι, είναι όπως το λέτε. Δεν γνωρίζαμε ως λαός τίποτα σχετικά με τη βουλγαρική κατοχή. Εμείς όμως, ως Μακεδόνες, είχαμε υποφέρει πολλαπλά από τους Βούλγαρους κομιτατζήδες στις αρχές του 20ου αιώνα. Κι ευτυχώς η Πηνελόπη Δέλτα κάλυψε εκείνη την περίοδο με τα υπέροχα βιβλία της.
Το 1941-1944 δεν βρήκε ακόμα τον συγγραφέα του, τον παραμυθά του αν θέλετε. Εγώ το έγραψα επειδή το είχα βιώσει. Και το ξέχασα. Όταν στην Μεταπολίτευση το ανακάλυψα σε ένα μπαούλο –καθώς οι εκδότες τότε μου ζητούσαν πιεστικά ανέκδοτα κείμενα- το έδωσα και η εκδοση εκείνη ήταν πολύ πρόχειρη, δεν μου άρεσε καθόλου.
Γεμάτη λάθη. Στην τωρινή του φροντισμένη επανέκδοση από τον Gutemberg το βιβλίο σαν έκδοση «αστράφτει».
Κι ο «Επίλογος» του Επίκουρου καθηγητή στην έδρα της Φιλολογίας του ΕΚΠΑ Θανάση Αγάθου δικαιώνει την ύπαρξη του στην αγορά.
Είστε παντρεμένος με έναν άνθρωπο της τέχνης. Η Βάσω Παπαντωνίου είναι ένας δυναμικός χαρακτήρας, μία πριμαντόνα, η οποία έβαλε τα “θεμέλια” με τον τρόπο της, του νέου σύγχρονου χώρου όπερας που διαθέτει πλέον η Αθήνα στο “Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος”. Τι ρόλο παίζει στην ζωή σας η σύζυγός σας; έχει αποτελέσει έμπνευση σε κάποιο από τα έργα σας;
Να συμπληρώσω ότι τώρα παλεύει εδώ και μια δεκαετία για το δεύτερο όραμα της: την ίδρυση μιας «Ακαδημίας Λυρικής Τέχνης “Μαria Callas “ στο 5όροφο κτίριο όπου έζησε η μεγάλη Ντίβα από το 1937 έως το 1945.
Με τη Βάσω (Βασιλεία λόγω της σμυρνέϊκης καταγωγής των γονιών της) που είμαστε αναπόσπαστοι εδώ και 37 ολόκληρα χρόνια μυήθηκα στη Μουσική που έφτασα να την θεωρώ ως την ανώτατη βαθμίδα της Τέχνης με την Λογοτεχνία μετά από αυτήν.
Διότι ο Λόγος είναι υλικός, ενώ η Μουσική είναι άϋλη.
Τι σας χαλαρώνει και τι σας γεμίζει ενέργεια;
Με χαλαρώνει το κάπνισμα της πίπας και με γεμίζει ενέργεια το μη κάπνισμά της.
Η ιδέα πως υπάρχει ένα ανώτερο ον, ένας θεός, σας βρίσκει σύμφωνο;
Απολύτως.
Σας έχει μείνει κάποιο απωθημένο στη ζωή σας; Αν μπορούσατε να γυρνούσατε το χρόνο πίσω θα αλλάζατε κάτι;
Το μεγάλο απωθημένο μου είναι ότι ενώ ξεκίνησα σαν θεατρικός συγγραφέας το 1955 έγινε μια «στραβή» και δεν συνέχισα.
Διανύουμε μία περίοδο οικονομικής λιτότητας. Την τελευταία δεκαετία η οικονομική κρίση «χτύπησε την πόρτα» κάθε νοικοκυριού. Πιστεύετε ότι έχουμε υποστεί και πνευματική κρίση;
Αντιθέτως. Σε περιόδους ασφυξίας το πνεύμα ανθεί. Διότι είναι άϋλο. Δεν το πιάνει κανένας κορωνοιός.
Αλήθεια περάσαμε μία δύσκολη περίοδο με τον κορωνοϊό. Εσείς πώς βιώσατε την πανδημία;
Γιατί ο παρατατικός; Ακόμα τη βιώνουμε και θα συνεχίσουμε να τη βιώνουμε ώσπου να βρεθεί το εμβόλιο. Κι αυτό θ’ αργήσει.
Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με την πολιτική και πόσο μάλλον σαν επικεφαλής του ψηφοδελτίου του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 7ης Ιουλίου;
Διότι με πλήγωσε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του Μάη 2019 και βρήκα πολύ αντρίκια την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα για πρόωρες εκλογές χάνοντας το πολύτιμο 4μηνο ως τον Οκτώβριο του 2019 με ένα επιπλέον «μαξιλάρι» 37 δις. ευρώ στο προσκέφαλο της, επιτελικά αναποτελεσματικής, πρώην και νυν Δεξιάς, που «τρώει τώρα από τα έτοιμα».
Κύριε Βασιλικέ, έχετε ζήσει στο εξωτερικό, έχετε γνωρίσει πολιτισμούς και κουλτούρες, τι χρειάζεται η Ελλάδα ώστε να προχωρήσει με ταχύτερα βήματα προς τα εμπρός;
Να διδαχτεί από τα λάθη της, τώρα που θα εορτάσει τα 200 χρόνια της Ανεξαρτησίας της, (Καποδίστριας, Χαρίλαος Τρικούπης, Ελευθέριος Βενιζέλος) και να φέρει ξανά , πανηγυρικά, τον νέο ηγέτη, που έχει και «ρίζα» καλή και που δεν είναι γόνος.
Υπάρχουν «σταθμοί» που έχουν μείνει ανεξίτηλα χαραγμένοι στην μνήμη σας θετικά ή αρνητικά;
Θα σας παραπέμψω στην αυτοβιογραφία μου «Η μνήμη επιστρέφει με λαστιχένια πέδιλα».
Πως αισθάνεστε που η Καβάλα έχει τιμήσει το πρόσωπο σας, δίνοντας το όνομα σας στην Δημοτική Βιβλιοθήκη;
Για μένα αυτό υπήρξε τιμή ισάξια με το Νόμπελ.
Με αφορμή την καταγωγή σας από την βόρεια Ελλάδα, τι μήνυμα θα στέλνατε στους αναγνώστες μας στην Καβάλα και την Θάσο;
Να γίνουν συνδρομητές στο περιοδικό σας που έλειπε ως τώρα από την περιοχή μας.
Η συνέντευξη δόθηκε στον Ηλία Κοτσιρέα με την πολύτιμη βοήθεια του φίλου Κώστα αλλά και της Κατερίνας. Η φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στο γραφείο του κ. Βασιλικού.
πηγή:freshpost.gr